τίτλος : ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΙΣ ΤΕΛΕΤΕΣ ΜΥΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΜΟΥ – ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
Σύνδεσμος : ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΙΣ ΤΕΛΕΤΕΣ ΜΥΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΜΟΥ – ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΙΣ ΤΕΛΕΤΕΣ ΜΥΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΜΟΥ – ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
Η λέξη καθαρμός εμφανίζεται για πρώτη φορά ως τίτλος συγγράμματος του Εμπεδοκλή, και μάλιστα στον πληθυντικό αριθμό. Το διδακτικό αυτό ποίημα[63], κεντρικό θέμα του οποίου είναι η ανθρώπινη ψυχή, συνάπτεται με την πυθαγορική διδασκαλία σχετικά με τη μετενσάρκωση της ψυχής σε συνεχώς νέες μορφές (117), με τη σύνδεση ενοχής και τιμωρίας (115), με τις μακρές περιόδους κάθαρσης και εξαγνισμού και με τις βαθμίδες εξέλιξης προς κάτι ανώτερο (146 κ.ε.).[64] Οπωσδήποτε ο καθαρμός προϋποθέτει ένα μίασμα που, όπως έδειξε ο Parker, μπορεί να αποτελεί μεταφυσική έκφραση της κοινωνικής ρήξης, που προκαλεί, λ.χ., η διάπραξη ενός φόνου, και ιδιαίτερα της ρήξης μεταξύ δύο γενών.
Πάντως, ως πρακτική τελετουργική, σε περιπτώσεις επαφής με το ιερό, σε μεταβατικές ή κρίσιμες καταστάσεις και για την κοινωνική επανένταξη, είναι παλαιότατη.
Καθαρμός λοιπόν επιβάλλεται πριν από τις σπονδές, τις θυσίες, την προσευχή, τη μύηση, την προσωπική αφιέρωση, τη χρησμοδότηση, τόσο σε αυτόν που δίνει χρησμό όσο και σε αυτόν που τον δέχεται. Επιβάλλεται δηλαδή πριν από την επαφή με το ιερό, όπως λ.χ. ο Ευχίδας που, πριν να φέρει τη νέα φωτιά από τον βωμό των Δελφών στις Πλαταιές, καθαρίστηκε στο σώμα, ραντίστηκε με αγιασμό και φόρεσε δάφνινο στεφάνι (Πλoύτ. Αριστ. 20, 4). Επιβάλλεται ακόμη μετά από λοιμό, φόνο (Απόλλων, Ορέστης, Οιδίπους, Δαναΐδες, Ηρακλής), που ήταν και η πιο δύσκολη περίπτωση, παραφροσύνη (Μελάμπους – Προιτίδες), σεξουαλική επαφή[65]. Τέλος, επιβάλλεται πριν από τον γάμο και στον θάνατο.
Τα μέσα καθαρμού ήταν το νερό, το θυμίαμα, η φωτιά, το αίμα, το χώμα (σε ορισμένα μυστήρια ο μυούμενος αλειφόταν με ένα μείγμα πηλού και πίτουρων), το κάνιστρο των δημητριακών με την παλινδρομική κίνηση πάνω από το κεφάλι του μυουμένου και τον αέρα που ξεσηκώνει, η σκίλλα, δηλαδή το κρεμμύδι που ξεφλουδίζεται, μέχρι που δεν μένει τίποτε, η εκδίωξη (του πιο άσχημου ή φτωχού, του ξένου, του βασιλιά, της πιο εκλεκτής παρθένου), ή η ρίψη στη θάλασσα. Μεταγενέστερες παρατηρήσεις επισημαίνουν ότι τα μέσα αυτά συμπεριλαμβάνουν τα τέσσερα στοιχεία (Serv. Verg. Aen. ad 6.741).
Στις περισσότερες των περιπτώσεων ο καθαρμός με το νερό, κυρίως πόσιμο, σπανιότερα θαλασσινό, προηγείται κάθε άλλου μέσου, όταν δεν αποτελεί το μόνο μέσο ή αυτοδύναμη σκηνή μέσα σε ένα ευρύτερο τελετουργικό. Θα παρακολουθήσουμε ξεχωριστά διάφορες περιπτώσεις.
Καθαρμός και τελετουργία
Στα ομηρικά έπη συχνές είναι οι σκηνές καθαρμού πριν από την προσευχή, τη σπονδή, τη θυσία. Στην Ιλιάδα κυριαρχούν οι αναφορές που αφορούν στο λουτρό νεκρών και ακολουθούν οι αναφορές στον καθαρμό πριν τη σπονδή, την προσευχή και τη θυσία. Στην Οδύσσεια υπάρχει μία μόνο αναφορά σε πλύσιμο νεκρού, όταν ο Ερμής κατεβάζει τις ψυχές των μνηστήρων στον Άδη και ο Αγαμέμνων συνομιλεί με την ψυχή του Αχιλλέα, οπότε και του αναφέρει τη μάχη που έδωσαν για να πάρουν το σώμα του που στη συνέχεια έπλυναν (Οδ. ω, 45). Κυριαρχούν οι αναφορές στην καθαριότητα, το λούσιμο και το πλύσιμο των χεριών πριν το φαγητό (α, 138-140, 148. δ 49-56. η 177-178. θ 442-443. κ 362-373. ο 135-136. ρ 87-93. ψ 157-167. ω 360-366)[66], ενώ στην Ιλιάδα το πλύσιμο είναι συνυφασμένο και με τη σπονδή, την προσευχή, τον όρκο, τη θυσία (Γ 268-270. Ι, 171-178. Κ 569-579. Ω 299-307). O Ησίοδος, από την πλευρά του, εφιστά την προσοχή να μην προσφέρει κανείς σπονδές στον Δία και στους άλλους θεούς «με τα χέρια άνιφτα» (Έργα, 724-726). Ο μεγάλος αριθμός των υδριοφόρων μορφών και των μικρών πήλινων υδριών στο μικρό ιερό της Δήμητρας στη ΒΑ περιοχή της αρχαίας Πέλλας είναι ενδεικτικός μιας τελετής εξαγνισμού των προσκυνητών, με τη χρησιμοποίηση νερού που θα μεταφερόταν με υδρίες στην περιοχή του ιερού.
Αναγκαίος είναι ο καθαρμός των χεριών στο περιρραντήριο πριν από την είσοδο στον ναό και πριν από τη θυσία, τόσο αυτού που την τελεί[67] όσο και των συμμετεχόντων, και μάλιστα στην πρώτη της φάση (άρχεσθαι). Η περιφορά του κάνιστρου με τις προσφορές και του δοχείου με το νερό σηματοδοτεί την οριοθέτηση του ιερού στον τόπο της θυσίας αλλά και τη συγκρότηση μιας κοινότητας που αποδέχεται συγκεκριμένους κανόνες με τον σχηματισμό ενός κύκλου που εγκλείει το ζώο και τους συμμετέχοντες. Οι πιστοί ρίχνουν στα χέρια τους νερό από το δοχείο, ενώ η εξαγνιστική δύναμη της φωτιάς συνδυάζεται με του νερού, καθώς ένα κούτσουρο από τη φωτιά βυθίζεται στο νερό και με αυτό ραντίζεται το Ιερό, ο βωμός, οι συμμετέχοντες.[68] Με το νερό του δοχείου ραντίζεται και το ζώο, η απότομη αντίδραση του οποίου εκλαμβάνεται ως συναίνεση για τη θυσία. Κάποιες φορές ο εξαγνισμός του ζώου γινόταν σε ιδιαίτερη πηγή.
Καθαρμός στη γέννηση, τον γάμο, τον θάνατο
Καθαρμός με νερό επιβάλλεται ακόμη σε σημαντικές, και ακραίες, στιγμές στη ζωή του ανθρώπου: στη γέννηση, τον γάμο, τον θάνατο.
- Στις πηγές ανευρίσκονται πληροφορίες για το λουτρό των εξής θεών αμέσως μετά τη γέννησή τους: του Απόλλωνα, της Άρτεμης, του Ερμή, του Δία, του Διόνυσου.
Στη βρύση Κισσούσα των Θηβών, όπου οι παραμάνες έλουσαν τον Διόνυσο μόλις γεννήθηκε, το νερό έχει το χρώμα του κρασιού, είναι λαμπερό, καθαρό, όμορφο στη γεύση (Πλούτ. Λύσ. 28).
Ο ποταμός Γορτύνιος, όπου έλουσαν τον Δία μετά τη γέννησή του, μετονομάστηκε σε Λούσιο (Παυσ. 8.2), ενώ Νύμφες έλουσαν τον Ερμή στις τρεις κρήνες των ορέων των Φενεατών στην Αρκαδία, τα Τρίκρηνα, οι οποίες θεωρούνται ιερές (ό.π., 16.1) -ίσως γι’ αυτό στον ομηρικό ύμνο ο Ερμής λέγεται νεόλλουτος (Ι, 241).
Αλλά και ο τρόπος της γέννησης της Αφροδίτης από τη θάλασσα θα μπορούσε να εκληφθεί και ως το πρώτο μπάνιο της θεάς.
Δεν πρόκειται βέβαια για ένα λουτρό που αφορά μόνο στους θεούς. Όμως οι σχετικοί με αυτό θεογονικοί μύθοι αποτελούν μιαν ένδειξη ότι το πρώτο λουτρό του ανθρώπου, που αφορά στη φυσική καθαριότητα, αποτελεί και «τον πρώτο θρησκευτικό καθαρμό του»[69]. Σε άλλες βέβαια περιπτώσεις, το πρώτο αυτό λουτρό αποτελεί πραγματικά μια «τελετουργία διάβασης» στο δικαίωμα στη ζωή και στην κοινωνική ένταξη των παιδιών, καθώς με αυτό δοκιμάζεται η υγεία των νεογέννητων και η παραμονή τους στη ζωή. Στη Σπάρτη λ.χ. το πρώτο λουτρό γινόταν με κρασί· από την αντίδραση του παιδιού σε αυτό κρινόταν αν θα παρέμενε στη ζωή ή αν θα ριχνόταν στους αποθέτας του Ταΰγετου (Παυσ., Λυκ., 16). Ο Αριστοτέλης επίσης αναφέρει ότι τα παιδιά θα πρέπει να συνηθίζουν στο ψύχος, και γι’ αυτό σε πολλούς βαρβαρικούς λαούς επικρατεί η συνήθεια […] να βυθίζουν τα νεογέννητα σε ψυχρά νερά (Πολ. Ε. 15, 1336a).
- Μεγάλη σημασία στις προετοιμασίες του γάμου είχε τομύρωματης νύφης και του γαμπρού, ενώ στα έθιμα του γάμου περιλαμβάνεται και ένα τελετουργικό λουτρό για τη νύφη την ίδια την ημέρα του γάμου με νερό από ιδιαίτερη πηγή ή ποτάμι, λ.χ. από την πηγή Καλλιρόη στην Αθήνα (Θουκ., Β, 15, 3)[70], τον Ισμηνό στη Θήβα (Ευρ., Φοίν. 347-8), τον Σκάμανδρο στην Τροία (Αισχ., Επιστολαί 10, 3).
Παρόμοιο τελετουργικό λουτρό προετοιμαζόταν και για τους νέους την ημέρα του γάμου τους: Η ευμετάβλητη Τύχη σας έδωσε «Κήρες» (πνεύματα θανάτου) για νύφες, και σ’ εμένα τη δυστυχισμένη δάκρυα για τα λουτρά σας, λέγει η Μεγάρα για τους γιους της που θα σκοτώσει ο πατέρας τους Ηρακλής σε κρίση τρέλας (Ευρ., Ηρακλής 480-82). Πάντως, ο Ησίοδος επισημαίνει ότι ένας άνδρας δεν πρέπει να λούζεται μέσα σε νερό που λούστηκε γυναίκα. γιατί θάρθει και δω η τιμωρία, αργά βέβαια αλλά φοβερή (Έργα και Ημέραι 753-755).
Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι το νερό από συγκεκριμένη πηγή δίνει συνέχεια στη γενιά. Πρόκειται για άποψη που τη βρίσκουμε στον Ησίοδο (Θεογονία 346-348), στην αφήγηση για το γένος του Ωκεανού: Και γέννησε [η Τηθύς] την ιερή γενιά των θυγατέρων του. αυτές με τη βοήθεια του αφέντη Απόλλωνα και των Ποταμών αντρώνουνε τους νέους στη γη και τέτοια από το Δία την κλήραν έχουνε. Αλλά και όσα λέει η Ιοκάστη στη συνάντησή της με τον Πολυνείκη στις Φοίνισσες του Ευριπίδη για τον γάμο που έκανε με την Αργεία, την κόρη του βασιλιά του Άργους Άδραστου (337- 349), προσφέρουν μια καλή πληροφορία για το προγαμιαίο λουτρό των νέων, ενώ τα λόγια της επιδέχονται και μια πολιτική ανάγνωση για τη σημασία της καταγωγής της νύφης και του γάμου:
Άκουσα, γιε μου, για τους γάμους σου
και πως παιδιά σε ξένα σπίτια χαίρεσαι.
Σε ξένους δίνεις τις φροντίδες σου.
Αβάσταγα για τη μητέρα σου είναι τούτα
και για του Λάιου τη γενιά.
Παντρειά ξενικιά, κακορίζικη.
Κι εγώ δεν άναψα στον γάμο σου
λαμπάδες, όπως συνηθιέται και ταιριάζει
σε μάνα ευτυχισμένη.
Και το ποτάμι του Ισμηνού
δε παραστάθηκε στου γάμου τις γιορτές,
να σε λουτροστολίσει
Μέσα στη Θήβα δεν αντήχησε
το δέξιμο της νύφης.
Θυμίζουμε, ακόμη, ότι πάμπολλες είναι οι γενεαλογίες ηρώων από ποταμούς και ότι μια τέτοια καταγωγή εγγυόταν γενναιότητα. Θα αναφέρουμε μερικά παραδείγματα:
Ο Αστεροπαίος από την εύφορη Παιονία (Φ 154), πριν συγκρουστεί με τον Αχιλλέα, δήλωσε: κατάγομαι απ’ τον Αξιόν, πλατύρροο ποτάμι (Φ 157). Και όταν ο Αχιλλέας τον καταβάλλει, του λέει:
Ήταν βαρύ με του Διός του μεγαλοδυνάμου,
αν και ποταμογέννητος, τα τέκνα να παλαίσης.
Αν από μέγαν ποταμόν εσύ γενοκρατιέσαι,
στην γενεάν καυχώμ’ εγώ του υπέρτατου Δία.
(Φ 184-187)
Και λίγο παρακάτω:
και ως είναι ο Ζευς των ποταμών, που στα πελάγη ρέουν
ανώτερος, ανώτεροι γεννούντ’ οι απόγονοί του.
Μέγαν κοντά σου ποταμόν έχεις και συμβοηθόν σου
αν ημπορούσεν, αλλά ποιος μετριέται με τον Δία;
Που μήτε ο μέγας προς αυτόν συγκρίνεται Αχελώος,
μήτ’ η ορμή του Ωκεανού με το βαθύ του ρεύμα
απ’ όπου όλες οι θάλασσες και οι ποταμοί πηγάζουν
και όλες οι βρύσες εις την γην και τα βαθιά πηγάδια·
τρέμει και αυτός τον κεραυνόν του φοβερού Κρονίδου,
όταν βροντά τρομακτικά από τα ουράνια κάτω
(Φ 190-199)
Κι ακόμη: Σύζυγος του Μιλήτου, του οικιστή της ομώνυμης πόλης στα παράλια της Μικράς Ασίας, είναι η Ειδοθόη, κόρη του ποταμού Εύρυτου, ή η Κυάνη, κόρη του ποταμού Μαίανδρου. Εύρυτος όμως, που σημαίνει καλλίρροος, είναι ο ίδιος ο ποταμός Μαίανδρος, είναι ένα επίθετο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο οικιστής της πολιτείας δεν είναι γιος αλλά γαμπρός του αρχέγονου ποταμού της περιοχής.
Καθαρμός θεαινών
Την πρώτη μέρα προετοιμασίας για τον γάμο στο σπίτι της νύφης τελούνταν θυσίες εξαγνιστικές και προσφορές στις παρθένες θεές, καθώς και στην Αφροδίτη και την Ήρα. Πρόκειται για θεότητες που οι μύθοι αφενός τις συνδέουν με λουτρό πριν ή μετά από έναν ιερό γάμο, και οι τελετουργίες αφετέρου με τον καθαρμό του αγάλματός τους, ενώ τα ιερά τους αναφέρονται συχνά σε σχέση με πηγές.
Η Αφροδίτη, για παράδειγμα, μετά το πάθημά της να πιαστεί με τον Άρη σε αόρατα δεσμά από τον Ήφαιστο, κατά την Κύπρο πήγε […] Κι οι χάρες σαν την έλουσαν και μυρωδιές ουράνιες / την άλειψαν, που στους θεούς τους αθανάτους πρέπουν / κι ολόμορφα τη στόλισαν, και να τη βλέπης θάμα (Οδ., 377-381). Θυμίζουμε ότι το 340 π.Χ. ο Πραξιτέλης δημιούργησε για το ιερό της Κνίδου το άγαλμα της γυμνής Αφροδίτης που την παρουσίαζε έτοιμη να πλυθεί, ενώ είναι γνωστή και η σχέση της με τη θάλασσα, τόσο αναφορικά με τη γέννησή της όσο και ως προστάτρια των ναυτικών[72]. Επιπλέον, το άγαλμά της οδηγείται με πομπή για καθαρμό στην πρώτη μέρα του Απριλίου στη γιορτή των Βενεραλίων, ενώ στη συνέχεια πλένονται και οι ίδιες οι γυναίκες φορώντας στεφάνι από κλαδιά μυρτιάς -το πιθανότερο είναι ότι οι γυναίκες μιμούνταν το λουτρό της Αφροδίτης για να έχουν τα ερωτικά κέρδη που αυτή είχε.[73]
Η Ήρα, από την άλλη, πριν από την ένωσή της με τον Δία στα βουνά της Ίδης, το σώμα της το χαριτοπλασμένο / με αμβροσίαν όμορφα καθάρισε και αλείφθη / λάδι άφθαρτο γλυκύτατο με μύρα ευωδιασμένο (Ιλ., 170-172). Στο Ηραίον κοντά στις Μυκήνες υπάρχει ρυάκι που λέγεται Ελευθέριον που τα νάματά του χρησιμοποιούν οι ιέρειες για καθαρτικές τελετές και για όσες θυσίες είναι απόρρητες (Παυσανίας 2.17.1).[74] Για την ίδια θεά ο Παυσανίας παραδίδει τα εξής: Η Ναυπλία διαθέτει και λιμάνι καθώς και μια πηγή που λέγεται Κάναθος. Λένε οι Αργείοι πως η Ήρα ύστερα από ένα λουτρό σε αυτήν κάθε χρόνο ξαναγίνεται παρθένος. Αυτό είναι ένα απόρρητο βέβαια που το λένε σε μυστική ιεροτελεστία προς τιμήν της Ήρας (2.38.2-3).[75] Η Σάμος, όπου ήδη κατά το 800 π.Χ. οικοδομήθηκε κοντά στον βωμό ο μεγάλος ναός της Ήρας, ονομαζόταν Παρθενίη και ο ποταμός Ίμβρασος κοντά στο Ιερό Παρθένιος[76], ενώ στην Ερμιόνη ετιμάτο η Ήρα Παρθένος.[77] Στις Πλαταιές, τέλος, τελούνταν κάθε επτά χρόνια τα Μικρά Δαίδαλα για τη συμφιλίωση του Δία και της Ήρας, στη διάρκεια των οποίων το άγαλμα πλενόταν στον Ασωπό. Στη συνέχεια το τοποθετούσαν σε άμαξα μαζί με μια γυναίκα που έπαιζε τον ρόλο της νύφης και με πομπή αυστηρά οργανωμένη κατευθύνονται στον Κιθαιρώνα. (Εικ. 137, 138)
Στην Ιφιγένεια εν Ταύροις του Ευριπίδη, η Ιφιγένεια μηχανεύεται τέχνασμα για να μπορέσει ο Ορέστης να πάρει το άγαλμα της Άρτεμης από την Ταυρίδα και να το πάει στην Αττική, να γλιτώσει από τη θυσία -οι Σκύθες θυσίαζαν στη θεά κάθε ξένο- και να καταφέρουν όλοι μαζί -Ορέστης, Πυλάδης, Ιφιγένεια- να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Θα προφασιστεί στον Θόαντα ότι τα υποψήφια θύματα είναι μολυσμένα και, επειδή άγγιξαν το άγαλμα της θεάς με τα χέρια τους, πρέπει να εξαγνιστούν και να πλυθεί στη θάλασσα και το άγαλμα της θεάς (1033-1040). Η Υψιπύλη θα σώσει τον πατέρα της Θόαντα από τη σφαγή των στο νησί της Λήμνου -οι γυναίκες έσφαξαν όλους τους άνδρες- ντύνοντάς τον με τα κοσμήματα του αγάλματος του Διόνυσου και οδηγώντας τον το πρωί στη θάλασσα σαν να ήταν ο θεός, τον οποίο ήθελε να εξαγνίσει από τις σφαγές της νύχτας. Ο Παυσανίας επίσης παραδίδει ένα τελετουργικό που τελείται στη Σικυώνα: νέοι πηγαίνουν στον ποταμό Σύθα και, αφού φέρουν τα αγάλματα της Αρτέμιδος και του Απόλλωνα στο ιερό της Πειθούς που βρίσκεται στην αγορά, τα μεταφέρουν αμέσως στον ναό του Απόλλωνα που επίσης βρίσκεται στην αγορά. Το τελετουργικό αυτό γίνεται σε ανάμνηση των επτά νέων και νεανίδων που έστειλαν οι Σικυώνιοι στον Σύθα ως ικέτες για να πείσουν τους δύο θεούς που είχαν φύγει για την Κρήτη μετά τους καθαρμούς τους για τον φόνο του Πύθωνα να επανέλθουν στην ακρόπολη, γιατί μετά την αναχώρησή τους έπεσε αρρώστια στην περιοχή της Αιγιαλείας (Β, 7, 7-8). Σημειώνουμε ακόμη ότι η θεά έχει τα επίθετα θερμία και θερμαία. Λουτρό ξοάνου της Αρτέμιδος αναφέρεται από την παράδοση ότι τελούνταν στην Άγκυρα: «οὒσης δὲ συνηθείας αὐτοῖς ἐν τῇ πλησίον λίμνῃ κατά ἒτος λούειν τὰ ξόανα [της Αρτέμιδος και της Αθηνάς]».[78] Το ίδιο εικάζεται ότι συνέβαινε στη δεξαμενή της μαρίνας της Σάνης στη Χαλκιδική.[79] Εξάλλου, παραδίδονται νυχτερινές λατρείες της θεάς στην Πάτρα προς τιμήν της Αρτέμιδος Παγκλαρίας, πιθανόν στο Λάφριο της Καλυδώνας, στην Έφεσο, προφανώς οργιαστικού περιεχομένου υπό το φως των λυχναριών και μόνο για γυναίκες, καθώς η θεά λατρευόταν ως προστάτιδα του γυναικείου φύλου, του γάμου, του τοκετού, των νεογέννητων.[80]
Αθήνα και Άργος υποστήριζαν ότι το Παλλά. 74
διο της Τροίας βρισκόταν στην κατοχή τους. Και στις δύο πόλεις τελούνταν εορτές στις οποίες περιλαμβανόταν και ο καθαρμός του αγάλματος. Στο Άργος το άγαλμα της θεάς Αθηνάς, μαζί με την ασπίδα του Διομήδη, μεταφερόταν από ιερέα σε άμαξα για να το πλύνουν στον ποταμό Ίναχο (Καλλίμαχος, Ύμνος 5), ενώ παρόμοια ετήσια πομπή των εφήβων προς τη θάλασσα, όπου συνόδευαν το Παλλάδιο, και επιστροφή στο Ιερό της γινόταν και στην Αθήνα. Σε μιαν άλλη γιορτή, τα Πλυντήρια που εορτάζονταν αποκλειστικά στην Αθήνα στο τέλος περίπου του μήνα Θαργηλιώνα (συμπίπτει με τα μέσα Ιουνίου), νεαρές κοπέλες και γυναίκες, οι πλυντρίδες ή λουτρίδες, έγδυναν το αρχαίο ξόανο της πολιούχου, το έπλεναν και στη συνέχεια το έντυναν πάλι. Εκείνη η ημέρα θεωρούνταν αποφράς.[81]
Ποιο όμως ήταν το έναυσμα γι’ αυτό το τελετουργικό στις δύο πόλεις; Οι πηγές μας προμηθεύουν με τις κατάλληλες πληροφορίες. Ο μύθος λοιπόν λέει ότι στην εκστρατεία των Επτά επί Θήβας η Αθηνά συνόδεψε τον Τυδέα που είχε σταλεί από τον στρατό των Αργείων για να διαπραγματευτεί με τον Ετεοκλή και του έδωσε τις κατάλληλες για την περίσταση συμβουλές. Τον οδήγησε ακόμη στον ναό της στη Θήβα, για να δει την Ισμήνη σε ερωτικές περιπτύξεις με τον Περικλύμενο και να τη σφάξει. Έφερε μάλιστα φάρμακο από τον Όλυμπο για να του υγιάνει τις πληγές από τα τραύματα στη μάχη και να του χαρίσει την αθανασία. Όταν όμως είδε τον ευνοούμενό της να σπάει το κεφάλι του εχθρού του, του Μελάνιππου, και να του ρουφάει το μυαλό, ο αποτροπιασμός της ήταν τόσος που εγκατέλειψε τον Τυδέας στις πληγές του και τον άφησε να πεθάνει αβοήθητος. Τότε ήταν που η θεά κατέβηκε από τη Θήβα στην Αθήνα και εκεί λούστηκε στα νερά του Ιλισού, για να ξανανιώσει καθαρή. Όσο για το γεγονός ότι την ίδια πορεία ακολουθούσε και η ασπίδα του Διομήδη, νομίζουμε ότι αυτό εξηγείται από το γεγονός πως η Αθηνά ό,τι δεν θέλησε να κάνει για τον Τυδέα το έκανε για τον γιο του Διομήδη βοηθώντας τον στον Τρωικό πόλεμο -ως και στο άρμα του ανέβηκε πάνοπλη, ενώ με την όραση που του χάρισε τον έκανε να διακρίνει ως και τους θεούς μέσα στη μάχη.[82]
Πάντως, οι αφηγήσεις αυτές δίνουν μια καλή εξήγηση γιατί το Παλλάδιο τοποθετούνταν σε δικαστήρια που δίκαζαν εγκλήματα όπως η ανθρωποκτονία. Ο ένοχος τιμωρούνταν με εξορία, μπορούσε όμως να ξαναγυρίσει ύστερα από καθαρτήριες τελετές. Εξορία, εξαγνισμός, επιστροφή αποτελούσαν μιαν επανάληψη της πορείας του αγάλματος προς τη θάλασσα όπου καθαριζόταν. Εξάλλου, και το ίδιο το Παλλάδιο στην Τροία, όταν έπεσε στα χέρια των Ελλήνων, χρειάστηκε να το μεταφέρουν στην Ελλάδα ύστερα από υπόδειξη του Κάλχα, να το εξαγνίσουν και να γυρίσουν με καινούριες δυνάμεις σε μια στιγμή που οι Τρώες δεν θα τους περίμεναν πια. Τι όμως προκάλεσε την ανάγκη εξαγνισμού του αγάλματος;
Από τη στιγμή που ο Διομήδης και ο Οδυσσέας σκότωσαν τους φύλακες του ναού της Αθηνάς στην Τροία και άρπαξαν με τα αιματοβαμμένα χέρια τους το άγαλμα μολύνοντάς το, η Αθηνά θύμωσε και έπαψε να προστατεύει τους Αχαιούς. Το ξόανο, μόλις το έφεραν στο αχαϊκό στρατόπεδο, αναπήδησε τρεις φορές, η θεά έσεισε το ακόντιο και την ασπίδα της, έγινε μούσκεμα στον ιδρώτα και έβγαλε φωτιές από τα μάτια του. Οι κακοσημαδιές αυτές προκάλεσαν τον χρησμό του Κάλχα για τον εξαγνισμό του αγάλματος. Τότε ήταν που έφτιαξαν τον Δούρειο Ίππο, αφιέρωμα στην Αθηνά για να μαλακώσει τον θυμό της. Αυτό το άλογο θα έπαιρνε τη θέση του Παλλάδιου μέσα στην πόλη της Τροίας, για να προστατεύει αυτό την πόλη. Η άλωση της Τροίας έμοιαζε πλέον αναπόφευκτη, γιατί, αν οι Τρώες αποφάσιζαν να καταστρέψουν το ξύλινο άλογο, θα επέσειαν τον θυμό της Αθηνάς. Βάζοντάς το μέσα και καταστρέφοντας τα τείχη τους, προκειμένου να χωρέσει το υπερμέγεθες αφιέρωμα. Θα ξαναγυρίσουμε όμως στο θέμα, αφού πρώτα ανιχνεύσουμε τα κοινά σημεία ανάμεσα στις θεές που μοιράζονται κοινά τελετουργικά.
Σύμφωνα με τους μύθους, Αθηνά και Άρτεμη, μαζί με την Κόρη, θεότητες που μοιράζονται την παρθενία, υφαίνουν όλες μαζί τον πέπλο για τον Δία στην περιοχή της Έννας της Σικελίας όπου έγινε η αρπαγή της Κόρης και όπου τα γιούλια και τα άλλα λούλουδα που μοσχοβολούν παραμένουν θαλερά όλον τον χρόνο κατά τρόπο θαυμαστό (Διόδωρος V, 3, 3). Μοιράζονται, επίσης, τη Σικελία, παίρνοντας η καθεμιά ένα κομμάτι που χαρακτηρίζεται από την παρουσία πηγών.
Εκτός όμως από τις θεές που αναφέραμε, στέκεται μια άλλη κατηγορία θεοτήτων της βλάστησης, κατεξοχήν μητέρες, που δέχονται και αυτές καθαρμούς. Η Δήμητρα λούστηκε στα νερά του ποταμού Λάδωνα μετά την ανεπιθύμητη επαφή της με τον Ποσειδώνα και όταν είχε καταπραΰνει την οργή της· γι’ αυτό και οι Αρκάδες της προσέδωσαν το προσωνύμιο Λουσία. O Παυσανίας μάλιστα αναφέρει ότι μετά την πόλη Θάλπουσα στην Αρκαδία ο Λάδων κατεβαίνει προς το ιερό της Δήμητρα στο Όγκιο και ότι μέσα στον ναό υπάρχουν δύο αγάλματα της θεάς, της Ερινύας και της Λουσίας με ύψος έξι πόδια (Η, 25, 5-7). Εδώ το λουτρό συνοδεύεται από μιαν αλλαγή, μιαν αναγέννηση που σηματοδοτείται από ένα νέο όνομα. Αυτή είναι η περίπτωση και της Ινούς -θεότητα που εκλαμβάνεται ως θαλασσινή, καταρχάς όμως θεότητα της βλάστησης- η οποία, σε κατάσταση μανίας, έπεσε στη θάλασσα με τον γιο της Μελικέρτη και μετονομάστηκε σε Λευκοθέα. Πιο συγκεκριμένα:
Η Ινώ συνδέεται με τον μύθο του Φρίξου και της Έλλης ως δεύτερη σύζυγος του Αθάμαντα. Είναι υπεύθυνη για τον λιμό στον Ορχομενό και για τον θάνατο του Φρίξου (Απολλ., Α, ΙΧ, 1-2). Σε κατάσταση μανίας ο Αθάμας σκότωσε τον μεγαλύτερο γιο τους Λέανδρο. Η Ινώ δραπέτευσε προς τη θάλασσα με τον μικρότερο, τον Μελικέρτη και η παράδοση λέει ότι έπεσε από έναν από τους βράχους «που υψώνονται στο στενό της οδού [Ισθμός]» που ονομάζεται Μολουρίδα. Τον γιο της τον έβγαλε στη στεριά ένα δελφίνι, οπότε και μετονομάστηκε σε Παλαίμονα (με νόμο του Σίσυφου καθιερώθηκαν τα Ίσθμια προς τιμήν του) κι εκείνη σε Λευκοθέα.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή για την Ινώ, κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας, ο Δίας εμπιστεύτηκε τον Διόνυσο στον Ερμή που παρέδωσε το βρέφος στον Αθάμαντα και την Ινώ για να το αναθρέψουν σαν κορίτσι. Η Ήρα θύμωσε και τους πήρε το λογικό. Ο Αθάμας κυνήγησε σαν ελάφι τον Λέαρχο, ενώ η Ινώ έριξε σε πυρωμένο καζάνι τον Μελικέρτη[83]. Ύστερα, κρατώντας το λεβέτι με το νεκρό παιδί έπεσε στον βυθό. Αλλά η χύτρα μπορεί να είναι το εργαλείο μιας τελετής ανάστασης και ανανέωσης, όπως η Μήδεια επανέφερε τη νεότητα στον Αίσονα μέσα σε αυτήν ή όπως ο διαμελισμένος Πέλοπας ξαναζωντάνεψε από την Κλωθώ ή τη Ρέα (Πινδ., Ολ., 1. 37-40). Το ίδιο και η πτώση στη θάλασσα και η αλλαγή του ονόματος αποκαλύπτουν μια γονιμοποιό τελετή, ανανεωτική των δυνάμεων αναπαραγωγής, ή τελετή καθαρμού. Εξάλλου, σε γιορτές προς τιμή της Ινούς το άγαλμά της ρίχνεται στη θάλασσα για να καθαριστεί και αναδύεται ως Λευκοθέα. Θα πρέπει λοιπόν ο μύθος να ήταν η αφηγηματική απόδοση του τελετουργικού της ρίψης του αγάλματος της θεότητας της βλάστησης, προκειμένου να ανανεωθεί από τα πολυκύμαντα νερά και να επιστρέψει με καινούριες δυνάμεις.
Ακόμη και ο μύθος για το πλύσιμο και τον εξαγνισμό της Ρέας στα νερά του ποταμού Λύμαιου μετά τη γέννηση του Δία μπορεί να αναγνωσθεί στο πλαίσιο που υφάνθηκε.
Να προσθέσουμε ένα ακόμη στοιχείο στο θέμα: επιγραφή στην Κω καθόριζε ότι, αν το ιερό μολυνθεί από νεκρό, η ιέρεια έπρεπε να μεταφέρει την κουροτρόφο θεά στη θάλασσα για να την πλύνει εκεί και να αποκατασταθεί η διαφορά θείου και θνητού.
Αντίστοιχη με την καθαρτική και αναγεννητική ρίψη του αγάλματος στο νερό είναι και η «σκηνοθετική» γραμμή στο τελετουργικό της θεραπείας του ασθενούς με την κατάβασή του σε πηγές. Στόχος αυτής της κατάβασης είναι να δοθεί η εντύπωση στον ασθενή ότι κατεβαίνει στα έγκατα της γης για να αντλήσει από εκεί καινούρια ζωτικότητα. Η ανανέωση του ασθενούς είναι σωματική και ψυχική και από αυτή την άποψη η ιατρική των ναών είναι συνολική.[84]
Τι είδους θεότητες είναι αυτές που εμπλέκονται σε γαμήλια λουτρά ή που το άγαλμά τους υφίσταται τελετουργικό καθαρμό με τη μετακίνηση του ακίνητου; Πρόκειται για θεότητες που, ακόμη κι όταν είναι παρθένες, διατηρούν μιαν ιδιότυπη σχέση με τη σεξουαλικότητα. Η Αθηνά ήταν ταυτόχρονα παρθένος και μητέρα από τον Ήφαιστο του πρώτου βασιλιά της Αθήνας, του Εριχθόνιου-Ερεχθέα. Η Άρτεμις, η κατ’ εξοχήν παρθένα θεά, συνδέεται με «ένα παράξενα ερωτικό, προκλητικό ιδανικό», γράφει ο Burkert.[85] Η ονομασία νύμφη που της αποδίδεται χαρακτηρίζει θεότητες των πηγών, των ανθέων και των σπηλαίων που είναι αγνές, άθικτες, παρθένες. Νύμφες όμως χαρακτηρίζονται οι νέες γυναίκες στην πρώτη ερωτική σχέση τους, που σαν μελλόνυμφες της προσφέρουν τα κοριτσίστικα ρούχα και τα παιχνίδια τους. Τα κορίτσια στην ενηλικίωσή τους σχημάτιζαν χορευτικές ομάδες σε εορτές κυρίως προς τιμή της Αρτέμιδος, και αυτές οι γιορτές ήταν μια καλή ευκαιρία για τους νεαρούς να κάνουν γνωριμίες με κοπέλες (Πλούτ. Γυν. αρετ. 254a). Αλλά και στις Καρυές της Λακωνίας, τόπος αφιερωμένος στην Αρτέμιδα και τις Νύμφες, υπάρχει άγαλμα της Καρυάτιδος Αρτέμιδος στην ύπαιθρο, όπου κάθε χρόνο οι παρθένες των Λακεδαιμονίων στήνουν πανηγύρι και χορεύουν ένα είδος τοπικού χορού (Παυσ. Γ, 10, 7). Ο «χορός της Αρτέμιδος» γίνεται αφορμή να ενωθεί ο Ερμής με μια χορεύτρια (Ιλ. Π183), οι Διόσκουροι να αρπάξουν τις Λευκιππίδες, ο Θησέας την Ελένη. Οι μύθοι παραδίδουν ενώσεις όχι ακριβώς με την ίδια τη θεά αλλά με κοπέλες από τη συνοδεία της που κάποιες φορές τιμωρούνται από τη θεά για την απώλεια της παρθενιάς τους. Από την άλλη όμως, η Άρτεμη είναι γνωστή από την αγγειογραφία ως πότνια θηρών, κυρίαρχη θεότητα στο σύνολο της φύσης, μια δυνάμει μητέρα θεά.
Η Ήρα πάλι διατηρεί μιαν ιδιότυπη σχέση με τη μητρότητα: αν και σύζυγος του Δία, τα παιδιά που γεννά είναι δευτερεύουσες μορφές, ενώ ο Άρης θεωρείται από τον Δία ἒχθιστος από όλα τα παιδιά του (εξίσου αλλά διαφορετικά ιδιότυπη είναι η μητρότητα της Δήμητρας, συνδεδεμένη με την Κόρη, πριν και μετά την αρπαγή της από τον Πλούτωνα). Από την άλλη, ο Αλκαίος την αποκαλεί πάντων γενέθλα (απ. 129.7), γη δηλαδή που παράγει τα πάντα. Επιπλέον, σύμφωνα με μια παράδοση την Ήρα ανέθρεψαν οι Ώρες και όχι οι κόρες του ποταμού Αστερίωνα, γεγονός που αποδεικνύει τη σχέση της θεάς με τον ετήσιο κύκλο της σοδιάς και τη λατρεία της ως θεάς της γονιμότητας. Γιατί όμως παρθένος η μόνη γυναίκα που κάθεται δίπλα στον Δία ως νόμιμη σύζυγός του; Την απάντηση μπορούμε πάλι να την πάρουμε από τον Όμηρο, ο οποίος αναφέρεται στο σμίξιμο του Δία και της Ήρας πριν από τους γάμους τους, κρυφά από τους γονείς τους (Ξ, 296), οπότε, όταν έγινε επίσημα ο γάμος, η Ήρα έπρεπε να ξαναγίνει παρθένος (σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη (V, 72) η ερωτική ένωσή τους πριν από τον γάμο τους έγινε στην Κνωσό δίπλα στον Τερενό ποταμό). Πρόκειται λοιπόν για ένα λουτρό ανανεωτικό των δυνάμεων της θεάς, μια τελετή προφανώς αγροτικού χαρακτήρα για τη δύναμη της γης να ανανεώνεται κάθε φορά.
Από την άλλη, η Δήμητρα είναι κατεξοχήν μητέρα, ενώ η Αφροδίτη, πριν πάρει τις συγκεκριμένες ιδιότητες ως κόρη του Δία στο Ολυμπιακό Πάνθεο, ήταν κόρη του Ουρανού, παλαιότερη δηλαδή του Δία. Αλλά και ως κόρη του Δία και της Διώνης λατρευόταν στη Δωδώνη μαζί με τη μητέρα της. Δήμητρα και Κόρη, Αφροδίτη και Διώνη είναι δυάδες θεών, στις οποίες η κόρη είναι η ανανεωμένη μάνα.
Μέσα σε αυτόν τον κύκλο των γυναικείων θεοτήτων που συνδέονται με τελετουργικά λουτρά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Η μία περίπτωση αφορά στο άγαλμα του Δία στην Ολυμπία. Ο Παυσανίας παραδίδει ότι στην Ολυμπία οι «Φαιδρυνταί» (έτσι ονομάζονταν οι απόγονοι του Φειδία) πήραν ως προνόμιο από τους Ηλείους να καθαρίζουν το άγαλμα του Δία «από τον ρύπο που επικάθηται», αφού προηγηθεί θυσία στην Εργάνη (Ε, 14, 5) -εργάνη είναι ένα από τα επίθετα της Αθηνάς. Η άλλη περίπτωση αφορά στον ντόπιο θεό των Ηλείων Σωσίπολι, ο οποίος λατρευόταν στο ιερό της Ειλείθυιας στην Ολυμπία, στον λόφο του Κρόνου, στο εσωτερικό του οποίου απαγορευόταν να μπει οποιοσδήποτε εκτός από την ιέρεια της θεάς, που εδώ επονομάζεται Ολυμπία, και αυτή με καλυμμένο το κεφάλι και το πρόσωπο με λευκό πέπλο. Η ιέρεια εκλέγεται κάθε χρόνο για να υπηρετεί τη θεά, ζει στην αγνότητα, φέρνει νερό για το λουτρό του θεού και του παραθέτει πλακούντα ζυμωμένο με μέλι.[86]
Η Πηνελόπη, όταν μιλά για τις κόρες του Πανδάρου, αναφέρει τις τρεις θεές, την Ήρα, την Αφροδίτη, την Άρτεμη, σαν εκείνες που συνέβαλαν στο μεγάλωμα, την ανατροφή, την εξωτερική εμφάνιση, τον γάμο των κοριτσιών. Ο Πλούταρχος, πάλι, σημειώνει ότι οι νεόνυμφοι είχαν ανάγκη τον τέλειο Δία, την τέλεια Ήρα, την Αφροδίτη, την Πειθώ και προπάντων την Άρτεμη, την οποία επικαλούνται οι γυναίκες όταν τις πιάνουν οι ωδίνες του τοκετού και στην διάρκεια του ίδιου του τοκετού.[87]Εξάλλου, κοντά στα νερά του Βαφύρα, ποταμού κοντά στο Δίον, και πάνω σε πανάρχαιες πηγές λατρευόταν η Άρτεμη ως θεά του τοκετού. Στην Ολυμπία λατρευόταν με ιερό στις εκβολές του Αλφειού και με το όνομα Άρτεμη Αλφειωτία. Συχνά λατρευόταν ως Ποταμία, Λιμνάτις ή Λιμναία και Ελεία: «Ιερά Αρτέμιδος πηγαί ναμάτων και κοίλαι νάπαι και ανθηροί λειμώνες» (Μάξιμος Τύριος 38.8). Όσο για τις εκβολές του Αλφειού είναι γεμάτες ιερά Αρτέμιδος, Αφροδίτης και Νυμφών (Στράβων 8.343). Οι θεές γονιμότητας της φύσης δεν είχαν ανάγκη από την ύπαρξη ναού. Η λατρεία γινόταν στην ύπαιθρο, όπου αρκούσε ένα ξόανο ή άγαλμα δίπλα στην πηγή ή στα κλαδιά ενός θάμνου ή δέντρου.
Για μια ακόμη φορά μπαίνει το ερώτημα: γιατί την Άρτεμη;
Η Άρτεμη ήταν υπεύθυνη για τον θάνατο επίγαμων παρθένων, και αυτό προφανώς αντανακλά την υποχρέωση της κοπέλας να απαρνηθεί την παρθενική της ιδιότητα με τον γάμο -στην Άρτεμη αφιέρωναν οι κοπέλες τα παιδικά τους παιχνίδια πριν από τον γάμο-, υποχρέωση που κάποιες φορές έπαιρνε τελετουργική μορφή: η μελλόνυμφη θυσίαζε στην Άρτεμη ένα ζώο που αποτελούσε υποκατάστατό της. Ο θάνατος της μελλόνυμφης, που στην τελετουργία είναι συμβολικός, εκφράζεται στον μύθο ως πραγματικός, εκφράζει δηλαδή με ακραία, βίαιη μορφή την ένταση και τις αντιφάσεις τις οποίες κρατά υπό έλεγχο η τελετουργία[88]. Είναι γεγονός ότι η Άρτεμη «σκοτώνει» γυναίκες κάθε ηλικίας ή γυναίκες εύχονται να τις οδηγήσει στον θάνατο με τις σαϊτιές της (μητέρα της Ανδρομάχης, Ζ 428· μητέρα του Οδυσσέα, λ 172· Πηνελόπη, υ 61-63, 79· Αριάδνη, λ 325· κόρη του Ίσανδρου, Ζ 204-205…).
Ποιο λοιπόν είναι το νόημα αυτών των μύθων και των τελετουργιών; Προτού επιχειρήσουμε να δώσουμε μιαν απάντηση στο ερώτημα, θα προσθέσουμε ένα ακόμη στοιχείο. Υπάρχουν κάποιες θεές που, όταν κάποιοι θνητοί τις βλέπουν να παίρνουν το λουτρό τους, χάνουν τη ζωή τους ή τυφλώνονται.
Ο γιος του Απόλλωνα Ερύμανθος τυφλώθηκε από την Αφροδίτη, γιατί είδε τη θεά γυμνή να λούζεται μετά την ένωσή της με τον Άδωνη. Για να εκδικηθεί τον θάνατο του γιου του, ο Απόλλωνας μεταμορφώθηκε σε αγριογούρουνο και σκότωσε τον Άδωνη με ένα χτύπημα της οπλής του.[89] Την όρασή του έχασε και ο Τειρεσίας, όταν ξάφνιασε την Αθηνά την ώρα που έκαμνε μπάνιο με τη μητέρα του, τη νύμφη Χαρικλώ, στην Ιπποκρήνη του Ελικώνα.[90] Με τη ζωή του πλήρωσε ο Ακταίωνας τη σύμπτωση να βρεθεί σε ρεματιά του Κιθαιρώνα την ώρα που η Άρτεμη λουζόταν γυμνή μαζί με τις συνοδούς της.[91] Οι τρεις θεές, Αφροδίτη, Αθηνά, Άρτεμη,[92] εμπλέκονται, όπως είδαμε, σε υδάτινα τελετουργικά -εξάλλου και η γέννησή τους γίνεται σε υδάτινα περιβάλλοντα. Ποια όμως μπορεί να είναι η σημασία αυτής της τιμωρίας; Ποια σχέση μπορούμε να βρούμε στη στιγμή της τιμωρίας -ένα λουτρό-, με τη στιγμή της γέννησης της Αφροδίτης που πάντα κρύβεται πίσω από ένα ένδυμα που κρατούν Νύμφες. Ή με την Αφροδίτη του Πραξιτέλη που δείχνει τη γυμνή θεά να κρύβει με το χέρι της το αιδοίο, το οποίο όμως κάλλιστα θα μπορούσε να το δει ο πιστός αν τριγυρνούσε το άγαλμα έτσι όπως αυτό ήταν τοποθετημένο σε χώρο κυκλικό; Από την απαγόρευση και την τιμωρία στη θέαση του μυστικού της γέννησης, περνούμε στην ημιαποκάλυψη πριν την τελική απογύμνωση. Το μυστήριο της ζωής ήταν καλά κρυμμένο και δεν μπορούσε να το δει κανείς χωρίς να τιμωρηθεί ή χωρίς προηγουμένως να μυηθεί.
Ο Burkert υποστηρίζει ότι η ερμηνεία ως εξαγνισμού, νυφικού λουτρού, γαμήλιας τελετής δεν είναι διαφωτιστική και υποστηρίζει ότι η κίνηση του ακίνητου, δηλαδή του αγάλματος, γινόταν «σε κατάσταση ανάγκης, μέσω της οποίας εδραιώνεται με μεγαλύτερη ασφάλεια ο θεσμός, η τάξη της κανονικής ζωής, όταν κατόπιν η θεά επιστρέφει εξαγνισμένη στον παλαιό οίκο της»[93]. Θα συμφωνήσουμε με τον μεγάλο θρησκειολόγο, αλλά δεν βρίσκουμε τον λόγο να μην τα συνδέσουμε και με τη γονιμότητα και τη συνέχεια της γενιάς. Tο νερό αποκαλείται θηλύτατον, και από την άλλη δεν μπορεί να μην επισημάνει κανείς την παρουσία του νερού σε διάφορες γνωστές θεϊκές ιερογαμίες και να μην συσχετίσει το λουτρό των μελλονύμφων με τη γονιμότητα. Ο γάμος του πατέρα Ουρανού με τη Μεγάλη Μητέρα Γη έγινε κατά τη διάρκεια καταιγίδας (Αισχ. απ. 44, 1-5) και η ερωτική ένωση του Δία και της Ήρας στην κορυφή της Ίδης μέσα σε ένα χρυσό σύννεφο, από το οποίο έπεφταν στη γη χρυσές σταγόνες (Ιλ., Ξ, 292-351).[94] Από την άλλη στη λήξη της τελετής των Ελευσινίων Μυστηρίων γέμιζαν κρατήρες προφανώς με νερό και τους άδειαζαν τον ένα στην ανατολή, τον άλλον προς τη δύση φωνάζοντας στον ουρανό βρέξε και προς τη γη σύλλαβε. Πρόκειται για τελετουργικό με σαφή γονιμοποιητικό χαρακτήρα, στα πλαίσια μιας γιορτής με κύριες σκηνές τον ιερό γάμο της Δήμητρας με τον Δία[95] αλλά και τις σπονδές στους νεκρούς.
Επίσης, σε τελετουργίες για την επίκληση βροχής φαίνεται ότι παραπέμπει και ο μύθος της αρπαγής της εγγονής του Μίνωα και της Πασιφάης Απημοσύνης από τον Ερμή. Ο θεός ερωτεύτηκε το κορίτσι, αλλά αυτή συνέχεια του ξεγλιστρούσε. Για να την πιάσει, ο θεός έστρωσε φρεσκοδαρμένα τομάρια στον δρόμο απ’ όπου θα περνούσε η κοπέλα κουβαλώντας νερό. Η κοπέλα γλίστρησε και ο Ερμής την έπιασε. Αυτός ο μύθος παραπέμπει στον αρχέγονο μύθο του κατακλυσμού, που έχει συνδεθεί με τελετουργίες για τη σπορά και την αρχή του νέου χρόνου, του ετήσιου κύκλου των εργασιών της κοινότητας.[96]
Το ίδιο και ο μύθος για τη γέννηση του Ωρίωνα. Σύμφωνα με αυτόν, ο Υριέας, ιδρυτής της βοιωτικής Υρίας (πάνω από την Αυλίδα), υποδέχεται μια μέρα τους θεούς Δία, Ποσειδώνα, Ερμή, οι οποίοι, για να τον ανταμείψουν για τη φιλοξενία του, του ανακοινώνουν ότι θα πραγματοποιήσουν μια του επιθυμία. Ο Υριέας ζήτησε να γίνει πατέρας και τότε οι τρεις θεοί τον διέταξαν να γδάρει ένα βόδι, στο δέρμα του οποίου ουρούν· στη συνέχεια το θάβουν κάτω από τη γη. Σε εννέα μήνες γεννήθηκε ένα αγόρι που ο Υριέας ονόμασε Ωρίωνα σε ανάμνηση της προέλευσής του.[97]
Θεωρούμε λοιπόν, συμφωνώντας με τη Lilly Kahil, ότι τα τελετουργικά αυτά βασίζονται σε ένα υπόστρωμα δοξασιών πλατιά διαδεδομένων που έχουν αγροτικό χαρακτήρα.[98] Ή, για να το πούμε με τα λόγια του Mircea Eliade:
Το νερό είναι φορέας σπερμάτων. Και η γη μεταφέρει σπέρματα, αλλά στη γη καθετί δίνει γρήγορα καρπό. Οι λανθάνουσες δυνάμεις και τα σπέρματα μένουν μερικές φορές για πολλούς κύκλους μέσα στο νερό πριν κατορθώσουν να εκδηλωθούν […]. Τα νερά βρίσκονται στην αρχή και στο τέλος κάθε κοσμικού γεγονότος […] Κάθε εκδήλωση συντελείται πάνω από τα νερά και επανέρχεται στο αρχέγονο Χάος μέσα από ένα ιστορικό ή κοσμικό κατακλυσμό. Κάθε ζωτική εκδήλωση επιτελείται χάρη στην καρπερότητα της γης· κάθε μορφή γεννιέται από αυτή ζωντανή και σε αυτή επιστρέφει, τη στιγμή που η ζωή που της έχει προσδιοριστεί έχει εξαντληθεί· επιστρέφει για να ξαναγεννηθεί· πριν όμως ξαναγεννηθεί, πρέπει να αναπαυθεί, να εξαγνιστεί, να ανανεωθεί. […] η ζωντανή σαν είδος μορφή δεν εξαφανίζεται ποτέ κατά τη διάρκεια της ανάπαυλας που τα νερά παρέχουν στη γη.[99]
Καθαρμός και θάνατος
Ο καθαρμός με το νερό είναι συνυφασμένος και με την άλλη ακραία στιγμή στη ζωή του ανθρώπου, τον θάνατο.
Είναι γνωστό ότι καθήκον των γυναικών της οικογένειας ήταν να πλύνουν το σώμα του νεκρού. Για παράδειγμα, η Εκάβη, όταν έμαθε τον χαμό της Πολυξένης, γύρισε σε μια βάγια της γριά και της λέει:
κι εσύ […] μια σταμνούλα πάρε,
στο γιαλό βύθα την, φερ’ την γεμάτη,
το στερνό λούσιμο απ’ εμέ να λάβει η κόρη,
η νύφη η ανύμφευτη κι η απάρθενη παρθένα.
(Ευρ. Εκάβη 609-614)
Ο Οιδίποδας, όταν έρχεται η στιγμή του θανάτου του,
βγάζει
τα καταλερωμένα του τα ρούχα
και κράζοντας τις κόρες του ζητάει
για καθαρμό και για χοές να φέρουν
τρεχούμενο νερό. Και κείνες τρέξαν
στης καλλίχλωρης Δήμητρας το λόφο
αντίκρυ, κι ό,τι ζήτησε ο γονιός τους
το φέρανε κι αμέσως τόνε λούσαν
και τον έντυσαν κατά τη συνήθεια.
(Σοφ. Οιδ. στον Κολ. 1599-1603)
Η Αντιγόνη ζητά να πλύνει τον Πολυνείκη, ο Κρέων από την Ιοκάστη να πλύνει τον νεκρό του γιο (Ευρ., Φοίν. 1667, 1319), ο Αχιλλέας παραγγέλνει στις δούλες να λούσουν και να χρίσουν τον νεκρό Έκτορα (Ιλ., Ω 580, 588). Σας έλουσα, σας στόλισα με «αγνό λουτρό», λέει η Αντιγόνη στους νεκρούς της (Σοφ. Αντ.901, 1201). το ίδιο λέει και η Ηλέκτρα για τον νεκρό πατέρα της – λουτροῖς σ’ ἐκόσμησα (Σοφ. Ηλέκτρα 1139). Σε κάποιες περιπτώσεις, το έργο αναλαμβάνουν άνδρες -τον Πάτροκλο οι σύντροφοί του (Ιλ., Σ 343, 350)- ή θεοί -ο ίδιος ο Απόλλωνας έλουσε τον Σαρπηδόνα στου ποταμού τα ρεύματα ύστερα από εντολή του Δία (Ιλ. Π 669, 679). Ο Σωκράτης, πριν πάρει το κώνειο, πλύθηκε μόνος του για να απαλλάξει τις γυναίκες (Φαίδων, 115a-116a-b)· το ίδιο και η Άλκηστη που καθάρθηκε με νερό ποταμίσιο, στόλισε τους βωμούς με κλαδιά μυρτιάς και αποχαιρέτησε το νυφικό κρεβάτι (Ευρ., Άλκ. 159-160). Όταν ο Αίας δηλώνει (654-5) ότι σκοπεύει να εξαγνιστεί με νερό, εκ πρώτης όψεως αναφέρεται σε απλό εξαγνισμό, μάλλον όμως εννοεί το νεκρικό λουτρό, αν λάβει κανείς υπόψη ότι στον Σοφοκλή η λέξη λουτρά αναφέρεται πάντα (με μία εξαίρεση) στις νεκρικές χοές ή στο λουτρό του νεκρού. Ο Οιδίποδας στον Οιδ. Κολ. δέχεται νεκρικά λουτρά όντας ακόμη ζωντανός (1599, 1602).
Όταν στη ραψωδία Ζ η Ανδρομάχη επέστρεψε, με υπόδειξη του Έκτορα στο σπίτι τους, κίνησε το μοιρολόγι ανάμεσα στις θεραπαινίδες, «κι έκλαιγαν τον Έκτορα ζωντανό μες στο σπίτι του, / γιατί δεν έλπιζαν πια να τον δουν να γυρίζει ζωντανός από τον πόλεμο» (499-502). Στη ραψωδία Χ, την ώρα που η Ανδρομάχη άκουσε τις κραυγές που την έκαναν να ορμήσει έξω από το σπίτι σαν μαινάδα και να τρέξει στο τοίχος, καθόταν στον αργαλειό της υφαίνοντας δίπλακα, και είχε πει στις βάγιες να ετοιμάζουν λουτρό να λουστεί ο Έκτορας όταν θα γύριζε από τη μάχη (Χ 440-444). Οι δραστηριότητες αυτές σε συνδυασμό με το μοιρολόγι νωρίτερα παραπέμπουν σε συνήθεις ασχολίες των γυναικών σε περίπτωση θανάτου: οι γυναίκες του σπιτιού, ιδίως η σύζυγος, ύφαιναν το σάβανο και έλουζαν τον νεκρό.
Το λουτρό του νεκρού είναι καθήκον κυρίως της γυναίκας του, όπως και η περιστολή (νεκροστολισμός) και η στέψη του νεκρού, και αποτελεί έκφραση αγάπης που έχει σκοπό να μετριάσει την ωμότητα του θανάτου και να επιβάλει ευταξία στη φυσική διαδικασία της αποσύνθεσης.[100] Το λουτρό όμως δεν περιορίζεται στο πλύσιμο του νεκρού αλλά και του τάφου του, είτε πρόκειται για δημόσιες ταφές είτε για ιδιωτικές. Ο άρχοντας της πόλης των Πλαταιών, στο ετήσιο μνημόσυνο για τους νεκρούς της ομώνυμης μάχης στους περσικούς πολέμους, «παίρνει νερό από τη βρύση, ραντίζει ο ίδιος τις στήλες των τάφων και τις αλείφει με μύρο» (Πλούτ. Αριστ. 21).[101] Στις ιδιωτικές ταφές οι συγγενείς χύνουν νερό στον τάφο και μιλούν για το λουτρό των νεκρών, ιδίως των άγαμων που ο μόνος γάμος που θα γιόρταζαν θα ήταν με τον Άδη· ο θάνατος του Πατρόκλου παραβάλλεται με τον θάνατο ενός νυμφίου (Ψ 223) -ο γάμος ήταν μια σπουδαία κοινωνική λειτουργία και το τελετουργικό του έπρεπε να διατηρηθεί ακόμη και στην περίπτωση του θανάτου. Κατά τον Δημοσθένη οι τάφοι των άγαμων νέων αναγνωρίζονταν από ένα αγγείο που το ονομάζει λουτροφόρο (Προς Λεωχ. 18. 30), ενώ οι στάχτες του νεκρού τοποθετούνται μέσα σε υδρίες[102]. Λουτροφόρος όμως λεγόταν για τον Παυσανία η παρθένος ιέρεια της Αφροδίτης στη Σικυώνα (Β, 10, 4), ενώ γνωστή είναι από την αγγειογραφία η παρθένος που μεταφέρει το νερό με το δοχείο πάνω στο κεφάλι, η υδριαφόρος. «Είναι πιθανή μια πιο γενική χρήση της ονομασίας λουτροφόρος: ένα αγγείο για τα λουτρά, το νερό για το λούσιμο»[103], είτε πρόκειται για τον μελλόνυμφο είτε για τον άγαμο νεκρό.[104] Συνηθισμένες, εξάλλου, είναι η απεικόνιση νεκρικών σκηνών σε λουτροφόρους. (Εικ. 139, 140)
Οπωσδήποτε το νερό έχει ιδιαίτερη σημασία για τους νεκρούς που είναι πάντα διψασμένοι, γι’ αυτό και οι προσφορές προς αυτούς είναι υγρές: μέλι, κρασί, νερό, γάλα, λάδι. Η Κίρκη συμβουλεύει τον Οδυσσέα:
άνοιξε λάκκο ως μιαν οργιά το φάρδος και το μάκρος
και χύσε γύρω του χοές στους πεθαμένους όλους,
μέλι με γάλα στην αρχή, γλυκό κρασί κατόπι,
τρίτο νερό, και με λευκό πασπάλισέ τα αλεύρι.
(Οδ. κ 517-520)
Και ο Οδυσσέας θα επαναλάβει τη διαδικασία στην αφήγηση που κάνει στο παλάτι του Αλκίνοου:
Τράβηξα τότε απ’ το μηρί το μυτερό σπαθί μου
κι άνοιξα λάκκο, ως μιαν οργιά το φάρδος και το μάκρος
κι έχυσα γύρω του χοές στους πεθαμένους όλους,
μέλι με γάλα στην αρχή, γλυκό κρασί κατόπι,
τρίτο νερό, και με λευκό τα πασπαλίζω αλεύρι.
(Οδ. λ 24-28)
Κρατάω εδώ καθάριο άσπρο γάλα
αρμεγμένο από άζευχτη ιερή αγελάδα
και μέλι ολόξανθο, από μέλισσα δουλεύτρα
και κατακάθαρο νερό πηγής παρθένας
λέει η βασίλισσα στους Πέρσες του Αισχύλου (610-613). Στο άλσος των Ευμενίδων ο Οιδίποδας θα πρέπει να προσφέρει χοές στις Ευμενίδες με νερό που θα φέρει από αστείρευτη πηγή, να στεφανώσει κρατήρες που βρίσκονται στο Ιερό με νιόκοπο μαλλί νεαρής αρνάδας και να τους γεμίσει με νερό και μέλι, κρασί μη βάλεις, υποδεικνύουν στον Οιδίποδα, να αδειάσει νερό καθάριο τρεις φορές απ’ το καθένα κι όλο από τον τρίτο προς τη δύση, ενώ ο ίδιος στρέφει στην ανατολή, να σκορπίσει κλαδιά ελιάς εκεί που η γη δέχθηκε τη χοή, να προσευχηθεί και να αναχωρήσει χωρίς να κοιτάξει πίσω (Σοφ. Οιδ. Κ. 466-492). Στην Αίγυπτο, αλλά και στη Ρώμη, υπάρχει σε επιγραφές η στερεότυπη φράση είθε ο Όσιρις να σου δώσει το δροσερό νερό, και είναι γνωστό ότι η λατρεία του Όσιρι συνδέεται με τους νεκρούς[105]. Εξάλλου, και οι τόποι διάβασης των νεκρών είναι υγροί, ενώ η Ίσις λέει στον Λούκιο Απουλήιο:
Και όταν θα έχεις συμπληρώσει τον κύκλο της ζωής σου και κατέβεις στον κάτω κόσμο, θα με βρεις στον υπόγειο θάλαμο να λάμπω στο σκοτάδι του Αχέροντα και να βασιλεύω στα ενδότατα τμήματα του Στυγός …[106]
Ο καθαρμός με το νερό είναι απαραίτητη προϋπόθεση και για τη μετά θάνατο ζωή. Πολλοί άνθρωποι, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, φαντάζονται ότι κάποιου είδους μυήσεις και καθαρμοί θα βοηθήσουν. πιστεύουν ότι, αφού εξαγνισθούν, θα εξακολουθούν να διασκεδάζουν και να χορεύουν στον Άδη, σε τόπους γεμάτους λαμπρότητα, καθαρό αέρα και φως (Οὐδέ ζῆν, 1105b). Αντίθετα, οι μη μυημένοι μεταφέρουν στον Άδη νερό με κόσκινο σε έναν τρύπιο πίθο, όπως δείχνει η αγγειογραφία (πίθος των Δαναΐδων). Είναι εξάλλου γνωστό ότι ο νεκρός περνά από την Αχερουσία λίμνη για να κατέβει στον κάτω κόσμο και ότι με την άφιξή του ο νεκρός πίνει από το νερό της Λήθης, λησμονώντας όσα γνώρισε στη γη. Αντίθετα, για τους ορφικούς ο νεκρός πίνει από τη λίμνη της Μνημοσύνης εξασφαλίζοντας μια «βακχική» ζωή μετά θάνατον.
Ο καθαρμός όμως δεν αφορά μόνο στον ίδιο τον νεκρό αλλά και στο σπίτι του και σε όσους θα συμμετάσχουν στο πένθος με οποιονδήποτε τρόπο. Μια επιγραφή από το δεύτερο μισό 5ου αιώνα π.Χ. από την Ιουλίδα της Κέας (ανοιχτά των ακτών της Αττικής) δίνει πληροφορίες για τις ταφές, διασώζοντας πολύ αρχαιότερες νομικές διατάξεις, επηρεασμένες ίσως από τη σολώνεια νομοθεσία.[107] Ανάμεσα στα άλλα αναγράφεται και το εξής: Απαγορεύεται να χύνουν νερό έξω από το σπίτι. Την επομένη, όμως, της ταφής (τρίτη μετά τον θάνατο) ένας ελεύθερος άνδρας πρέπει να εξαγνίσει το σπίτι πρώτα με θαλασσινό νερό -θαλασσινό γιατί είναι λιγότερο ευπρόσβλητο από μολύνσεις- και έπειτα, αφού σκορπίσει χώμα, με γλυκό νερό. Μετά τον εξαγνισμό μπορεί να γίνει θυσία στους εφέστιους θεούς. Σε όλη τη διάρκεια του πένθους ένα αγγείο τοποθετείται έξω από την πόρτα του σπιτιού του νεκρού, προειδοποίηση για το μίασμα, γεμάτο με νερό. Καθένας που επισκεπτόταν το σπίτι κατά την έξοδό του εξαγνιζόταν από αυτό.
Ὁπότε τις ἀποθάνοι, πρὸ τῶν πυλῶν γάστρας πληροῦντες ὓδατος ἐτίθεσαν καὶ κλάδους δάφνης, ἳνα οἱ ἐξιόντες περιρραίνοντο· ἐκάλουν δὲ τὰ τοιαῦτα ὂστρακα Δωριεῖς μὲν κύμβαλα, Αθηναῖοι δὲ ἀρδάνια.
(Σχόλιο στους στ. 98-99 από την Άλκηστη του Ευριπίδη)
Στο Γάμβρειον (κοντά στην Πέργαμο) ταφικές διατάξεις καταγράφηκαν τον 3ο αι. π.Χ. Σύμφωνα με αυτές ο επόπτης των γυναικών (γυναικονόμος) προσεύχεται κατά τους καθαρμούς πριν από τα Θεσμοφόρια, για την ευδαιμονία των γυναικών που τηρούν τους κανόνες και για την κακοδαιμονία όσων τους παραβαίνουν. Οι ασεβείς προς τους κανόνες γυναίκες απαγορεύεται να συμμετέχουν στις θυσίες προς τους θεούς για δέκα χρόνια.[108]
Ποια όμως ήταν η απαρχή αυτών των τελετουργικών στην Αθήνα; Είναι πολύ πιθανό ότι ανάγονται στον Επιμενίδη τον Κρήτα, ο οποίος στη διάρκεια μιας εσωτερικής κρίσης στην Αθήνα, που εκδηλώθηκε με διχόνοια και βιαιοπραγίες εκ μέρους και των δύο πλευρών, κλήθηκε στην πόλη. Ο Επιμενίδης εισήγαγε ορισμένους τελετουργικούς κανόνες με τους οποίους ανάγκαζε τους Αθηναίους να είναι πιο συγκρατημένοι στις εκδηλώσεις πένθους, ώστε να μην προκαλείται ανταποδοτική βία.[109] Εισήγαγε θυσίες στις νεκρώσιμες τελετουργίες και κατήργησε τις έντονες, τραχείς, βαρβαρικές εκδηλώσεις πένθους από την πλευρά των γυναικών:
καὶ γὰρ εὐσταλεῖς ἐποίησε ταῖς ἱερουργίαις καὶ περὶ τὰ πένθη πρᾳοτέρους, θυσίας τινὰς εὐθὺς ἀναμείξας πρὸς τὰ κήδη, καὶ τὸ σκληρὸν ἀφελὼν καὶ τὸ βαρβαρικόν, ᾧ συνείχοντο πρότερον αἱ πλεῖσται γυναῖκες. (Πλούτ., Ηθ. 12.8-9)
Το σημαντικότερο όμως, όπως επισημαίνει ο Πλούταρχος, είναι ότι καθιέρωσε στην πόλη εξαγνισμούς και καθαρμούς και επέβαλε την ανέγερση θρησκευτικών κτισμάτων, καλλιεργώντας την υπακοή στο δίκαιο και την κλίση στην ομοψυχία:
τὸ δὲ μέγιστον· ἱλασμοῖς τισι καὶ καθαρμοῖς καὶ ἱδρύσεσι κατοργιάσας[110] καὶ καθοσιώσας τὴν πόλιν, ὑπήκοον τοῦ δικαίου καὶ μᾶλλον εὐπειθῆ πρὸς ὁμόνοιαν κατέστησε.(Πλούτ., Ηθ. 12.9 -10)[111]
Δεν υπάρχει πηγή που να μην είναι ιερή, σημειώνει ο γραμματικός του 4ου αι. μ.Χ. Σέρβιος (Ad Ae. VII, 84), ενώ οι κατ’ εξοχήν ιεροί ποταμοί ήταν αυτοί οι οποίοι είχαν τις εκβολές τους στη θάλασσα. Ο Ησίοδος παραγγέλνει ότι δεν πρέπει κανείς να κολυμπά στο βγάλμα των ποταμών που χύνονται στη θάλασσα μήτε στις πηγές … γιατί δεν είναι τούτο προς καλού του ούτε εκεί να κατουρά (Έργα και Ημέραι 757-759). Διάχυτη ήταν η αντίληψη ότι μέσα στις λεκάνες είναι επιτρεπτό το καθαρό. Για μια ρωγμή στην Ολυμπία έλεγαν ότι εκεί διέρρευσαν τα νερά του κατακλυσμού του Δευκαλίωνα· εκεί πρέπει να έχυναν και το νερό που έφερναν. Αντίστοιχα, στην ιερή πολιτεία της Συρίας ο Δευκαλίωνας έστησε πάνω από το χάσμα που κατάπιε τα νερά του κατακλυσμού ιερό για την Ήρα και εκεί τελείται το εξής τελετουργικό: Δυο φορές τον χρόνο φέρνουν από τη θάλασσα νερό στον ναό […] που το χύνουν πρώτα μέσα στον ναό και ύστερα πέφτει στο χάσμα… (Λουκ., Περί της Συρίας Θεάς, 13). Στους Δελφούς η πηγή Κασσοτίς έρρεε μέσα στο ίδιο το Ιερό του Απόλλωνα, ενώ η Κασταλία πήγαζε από ένα άνοιγμα του βράχου εκεί κοντά. Πάνω στην Ακρόπολη των Αθηνών το πιο σημαντικό στοιχείο λατρείας ήταν η «θάλασσα», μια μικρή ποσότητα αλμυρού νερού σε ένα κοίλωμα του βράχο (συμβολισμός του βάθους). Αλλά οι λεκάνες, τα κοιλώματα, τα σπήλαια, αποτελούν και τη δίοδο για τον κάτω κόσμο ή προς τον πάνω κόσμο. Για παράδειγμα, στα λιβάδια της Έννας που βρίσκεται στη μέση της Σικελίας, γι’ αυτό και μερικοί το αποκαλούν ‘ομφαλό’ της Σικελίας, υπάρχουν εκεί κοντά άλση και γύρω τους έλη και ένα μεγάλο σπήλαιο με ένα χάσμα που κατεβαίνει βαθιά στη γη και βλέπει κατά τον βορρά. Μέσα από αυτό, λένε οι μύθοι, ανέβηκε ο Πλούτων με το άρμα του και άρπαξε την Κόρη (Διόδωρος, V, 3, 3). Αλλά και οι δεξαμενές για τον καθαρμό είναι φτιαγμένες χαμηλά. Για παράδειγμα, στα ανάκτορα της Κνωσσού οι δεξαμενές καθαρμών βρίσκονται χαμηλότερα από το επίπεδο των γύρω δωματίων. είναι χωρισμένες με μια σειρά κιόνων και η πρόσβαση γίνεται με μια σκάλα. Στο Άργος, στο εσωτερικό ενός μεγάλου ναού τροφοδοτούμενου από ένα υδραγωγείο -μετατράπηκε σε Σεράπειον-Ασκληπιείον γύρω στο 100 π.Χ.- υπήρχε άφθονο νερό, το καθαρτήριο που ήταν εγκλωβισμένο στην κρύπτη κάτω από το ιερό, και προοριζόταν για τους ιερείς, και το θεραπευτικό στη στέρνα της αυλής για τους πιστούς.[112] O Παυσανίας παραδίδει ότι η ανάβαση στο ναό του Ασκληπιού στην Πέργαμο προϋπέθετε λουτρό κάτω στον ποταμό Κάικο (V, 13, 3).
Πολλά ιερά έχουν τις δικές τους ιδιαίτερες πηγές και πηγάδια -στην Ιλιάδα υπάρχει μια αναφορά στη βρύση κοντά στους βωμούς της Αυλίδας (Β, 305-307)- κυρίως όσα ανήκουν στις γυναικείες θεότητες που είναι συνδεδεμένες με το λουτρό, δηλαδή σε όλες τις Ολύμπιες θεές πλην της Εστίας. Από την πλευρά των αρσενικών θεοτήτων το υγρό στοιχείο είναι κυρίαρχο στα ιερά του Απόλλωνα, του μαντικού θεού που κατέλαβε τη θέση της Γης στο μαντείο των Δελφών[113]· του Ποσειδώνα που είναι θεότητα διττή, χθόνια και θαλασσινή, όπως φανερώνεται από τα επίθετα που του αποδίδονται -Πελάγιος και Πελαγαίος αλλά και Γαίης Κινητήρ, Γαιήοχος, Μοχλευτήρ, Σεισίχθων, Δαμασίχθων, Ελασίχθων, Ενοσίγαιος κτλ., σύζυγος της Δας, της Γης, συγκυρίαρχος των Δελφών μαζί της πριν από την έλευση του Απόλλωνα, σύζυγος της Δήμητρας, αλλά και θεοτήτων θαλασσινών, της Αμφιτρίτης και της Αλίας/Λευκοθέας, γνωστός ήδη από τις πινακίδες της Κνωσού και της Πύλου. του παλαιότατου θεού Διόνυσου με την ιδιότυπη σχέση με την αθανασία και το υγρό στοιχείο που καθιστά δυνατή τη μετάβαση από τον ένα κόσμο στον άλλον -υγρό στοιχείο και θάλασσα θεωρούνται γενικά ο προθάλαμος των νεκρών.
ΤΕΛΟΣ Α’ ΜΕΡΟΥΣ
theancientwebgreece
Έτσι, το άρθρο ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΙΣ ΤΕΛΕΤΕΣ ΜΥΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΜΟΥ – ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
δηλαδή όλα τα άρθρα ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΙΣ ΤΕΛΕΤΕΣ ΜΥΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΜΟΥ – ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Αυτή τη φορά, ελπίζουμε ότι μπορεί να προσφέρει οφέλη σε όλους σας. Εντάξει, μπορείτε να δείτε σε μια θέση σε άλλα άρθρα.
Μπορείτε τώρα να διαβάσετε το άρθρο ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΙΣ ΤΕΛΕΤΕΣ ΜΥΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΜΟΥ – ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ η διεύθυνση του συνδέσμου https://voiceinformation.blogspot.com/2017/09/blog-post_2864.html
0 Response to "ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΙΣ ΤΕΛΕΤΕΣ ΜΥΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΜΟΥ – ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ"
Δημοσίευση σχολίου